Καλαύρεια

Καλαύρεια
Κᾰλαύρεια, , Calauria, an island off Troezen, A.R.3.1243, IG4.752.18 (Troezen, ii B.C.), etc.; later [full] Καλαυρία, Str.8.6.3, etc.: [full] Κᾰλαύρῐα, , D.P.499:—hence [full] Κᾰλαυρεάτης, ου, [dialect] Dor. [suff] κᾰλᾰμ-τᾱς, α, ,
A citizen of C., IG4.839 (Calauria, iv B.C.); [full] Καλαυρῖτις λιθάργυρος, f.l. for σκαλαυθρῖτις, Dsc.5.87.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Καλαυρείᾳ — Καλαυρείᾱͅ , Καλαύρεια citizen of C. fem dat sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱͅ , Καλαυρεία fem dat sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱͅ , Καλαυρείη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλαύρεια — citizen of C. fem nom/voc sg Καλαυρεία fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλαυρεία — Αρχαία ονομασία του νησιού Πόρος (βλ. λ.), καθώς και της ομώνυμης πόλης στο ίδιο νησί. Γράφεται και Καλαυρία. Σήμερα, ένα ακρωτήριο στην ανατολική άκρη του Πόρου ονομάζεται Καλαύρι …   Dictionary of Greek

  • Καλαυρείας — Καλαυρείᾱς , Καλαύρεια citizen of C. fem acc pl Καλαυρείᾱς , Καλαύρεια citizen of C. fem gen sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱς , Καλαυρεία fem acc pl Καλαυρείᾱς , Καλαυρεία fem gen sg (attic doric aeolic) Καλαυρείᾱς , Καλαυρείη fem acc pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλαυρείης — Καλαύρεια citizen of C. fem gen sg (epic ionic) Καλαυρεία fem gen sg (epic ionic) Καλαυρείη fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλαύρειαν — Καλαύρεια citizen of C. fem acc sg Καλαυρεία fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλαυρείαν — Καλαυρείᾱν , Καλαυρείη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ПОСЕЙДОН —    • Ποσειδω̃ν,          Ποσειδάων, сын Кроноса и Реи, брат Зевса (Hesiod. theog. 453), по Геродоту старший, по Гомеру младший, после победы на титанами при разделе господства над миром получил на свою долю море (Ноm. Il. 15, 187 слл.); он… …   Реальный словарь классических древностей

  • КАЛАВРИЯ —    • Calaurēa,          ή Καλαύρεια, п. Порос, остров с городом того же имени в Сароническом заливе, у берега Арголиды, напротив города Тройзена (которому он служил рейдом); К. соединена с небольшим островом Сферией, н. Дамале, посредством мели.… …   Реальный словарь классических древностей

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Πόρου — Στεγάζεται στη δωρηθείσα στο κράτος κατοικία του πρώην πρωθυπουργού της Ελλάδας Αλέξανδρου Κορυζή (πλατεία Κορυζή). Η συλλογή του περιλαμβάνει ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Τροιζηνίας, που προέρχονται από τις παλαιότερες ανασκαφές της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”